Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Οι κάκτοι και οι εξεγέρσεις

Αραιά και που περνάει από το νου μου η σκέψη πως είμαστε κάκτοι: ωραία φυτά, με παράξενα σχήματα, κυρίως με αγκάθια που μας προστατεύουν, όμως το πιο σημαντικό είναι πως είμαστε φτιαγμένοι να αντέχουμε στις ξηρασίες.

Δυο φορές νοιώθω πως έβρεξε καλά στη ζωή μου, αρκετά δηλαδή ώστε να έχω κάνει απόθεμα υγρασίας για τις μακρές περιόδους ανομβρίας. Η πρώτη ήταν οι Καταλήψεις του ΄91. Η δεύτερη ο Δεκέμβρης του ΄08. Την πρώτη φορά άνθισε η αμφιβολία, τη δεύτερη η οργή.

Δεν πρέπει να είχε γίνει ποτέ πάλι τόσο μεγάλη διαδήλωση στην επαρχιακή πόλη που γεννήθηκα και μεγάλωσα, όσο εκείνη που έγινε μετά τη δολοφονία του Τεμπονέρα. Ούτε στις προεκλογικές συγκεντρώσεις των μεγάλων κομμάτων δεν είχε τόσο κόσμο στους δρόμους. Όλα τα σχολεία της πόλης συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της, ήρθαν και οι γονείς και λίγοι καθηγητές. Μαγαζάτορες και υπάλληλοι έβγαιναν και μας κοιτούσαν θαμπωμένοι να τραγουδάμε και να φωνάζουμε συνθήματα. Τα σχολεία μας από τον Δεκέμβρη ήταν κλειστά, κοιμόμασταν στις τάξεις τα βράδια, μια αίθουσα είχε γίνει κυλικείο – κάποιοι έμποροι μας έστελναν σακούλες με τρόφιμα, και καραμέλες και καφέδες, βλέπαμε πια το σχολείο με άλλο μάτι, το φροντίζαμε εμείς, ήμασταν ελεύθεροι, γράφαμε συνθήματα, κρεμούσαμε πανό για να μας βλέπουν οι νοικοκυραίοι και να «αναστατώνονται»…

Μια μέρα μπήκε στο σχολείο ο θεολόγος - από την εποχή του πατέρα μου τον φώναζαν «Χοίρο» ή Χήρο», τα διφορούμενα της ορθογραφίας…- με ένα κόκκινο μπλοκάκι στα χέρια και σημείωνε ονόματα. Κάναμε κύκλο όλοι γύρω του και αρχίσαμε να χτυπάμε παλαμάκια ρυθμικά. Λίγα χρόνια μετά, ο τότε υπουργός Παιδείας και κόκκινο πανί για εμάς, ο Κοντογιαννόπουλος, έγινε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, του κόμματος που οι γονείς των περισσότερων από εμάς τους «καταληψίες» ψήφιζαν όταν κάναμε τις καταλήψεις. Είχε έρθει πια η εποχή του Σημίτη, και του «αυτή είναι η Ελλάδα».

Τα media κατά κύριο λόγο, αλλά και όλες οι νέο-αντιδραστικές φωνές της εποχής μας χαρακτήρισαν το Δεκέμβρη του ’08 ξέσπασμα ενορχηστρωμένης βίας, κυρίως λόγω των βανδαλισμών που έγιναν. Εγώ θα έλεγα πως ήταν μια εξέγερση οργής, οι περισσότεροι βανδαλισμοί τότε δεν έγιναν, υπονοήθηκαν. Τη Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου και ενώ οι δεκάδες «μαύροι» σαν ποτάμι κατέβαιναν παράλληλα με την πορεία αριστερά και δεξιά σπάζοντας τις βιτρίνες των τραπεζών, ο κόσμος χειροκροτούσε. Τη διάχυτη ένταση εκείνων των ημερών δεν θα την ξεχάσω ποτέ, το ξημέρωμα της Τρίτης 9 Δεκέμβρη με τον κόσμο να περπατάει με απόγνωση στα ερείπια των δρόμων της Αθήνας, το κάψιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου του Κακλαμάνη στο Σύνταγμα, την επανάληψη της προσπάθειας καταστροφής του δέντρου τη δεύτερη φορά, το ΚΚΕ που έκανε βόλτα μακριά στην Κουμουνδούρου, πόσοι φώναζαν γύρω μου «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι», τα κανάλια που ούρλιαζαν, την αφωνία των πνευματικών ανθρώπων, τους μαθητές που διαδήλωναν στα αστυνομικά τμήματα, την Ελλάδα που έβραζε.

Αν ήθελα να κάνω ένα μνημόσυνο σε αυτή την επέτειο της εξέγερσης θα έκαιγα ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο, το ψεύτικο περιτύλιγμα της καταναλωτικής ευδαιμονίας που είχαμε μέχρι και πριν από λίγο καιρό. Το Δεκέμβρη του 2008 δύο μπάτσοι σκότωσαν ένα παιδί. Και αυτό δεν μπορώ να το ξεχάσω, και δεν θα το ξεχάσω ποτέ.

10 σχόλια:

vague είπε...

Ελπίζω τα μαύρα σύννεφα, που συγκεντρώνονται σιγά σιγά στις ψυχές μας, να απειλήσουν κάποτε σημαντικά τη θλιβερή αυτή ανομβρία και να μετατρέψουν το τοπίο σε μια, έστω κακτοκατοικημένη, όαση.

Roadartist είπε...

Η τελευταία παράγραφος είναι ότι ακριβώς σκέφτομαι αυτές τις μέρες.

Μάγια Φουριώτη είπε...

Γιώργο,

Το δικό μου πέρασμα στο χρόνο περιλαμβάνει και το 1973-7.Υπάρχει ένα νήμα που τα δένει όλα αυτά.
Αισθάνομαι ασφαλής όταν νοιώθω πως το κρατούν πολλοί άνθρωποι-ένας είσαι εσύ- και εκφράζονται μέσα από αυτό.Το ίδιο νοιώθω όταν γράφεις αυτά που θέλω να γράψω.
Σημασία έχει πως γράφονται για να αποτελούν τη συνείδησή μας.

Σταυρούλα είπε...

Δε νομίζω πως μπορεί κανείς να τους ξεχάσει τη δολοφονία του Αλέξανδρου. Εγώ ούτε του Τεμπονέρα μπορώ ακόμα όπως κι άλλων.
Εκείνο το βράδυ προπερσι ήμουν σε απόσταση αναπνοής (1 στενό πιο πέρα) κι έμαθα τι ακριβώς έγινε, όταν έφτασα με την ψυχή στο στόμα στην αδερφή μου στου Ζωγράφου. Κοίταξα τον ανιψιό μου, που μόλις είχε κλείσει τα 15 κι ο φόβος δε σταμάτησε από τότε να μ΄ακολουθεί.

Πώς αυτή η οργή πια θα εκφραστεί ανοίγοντας δρόμο για κάτι άλλο καλύτερο στη χούντα που ζούμε είναι το ζητούμενο περαιτέρω.

Ξερεις ποια!! είπε...

Βρε Γιώργο έλεος.
Σαν να ακούω το Τσιπρα στο Κούλογλου με τους δεκάδες "μαυρους". Οσοι ήμασταν εκεί γνωρίζουμε πως δεν ήταν μόνο "οι δεκαδες μαυροι" που εσπαγαν, εκαιγαν, την επεφταν στους μπατσους κτλ Ηταν εκατονταδες κόσμου, νεολαιοι, μεσηλικες, μεταναστες, μπλε και πρασινοι κοκκοι. Μια εξεγερση δεν μόνο απο μια μεριδα. Ειναι κριμα να εγκλωβιζεται ο Δεκεμβρης σε στερεοτυπα. Ο Αλέξανδρος ήταν η σταγόνα που ξεχύλισε ενα ποτηρι γεματο από καιρο.
Μακαρι ο κοσμος να μην μενει βουβως και παγωμενος και να αντιδρα παντα τοσο γρηγορα όσο εκεινες τις ημερες..Αν και οπως διαπιστωνουμε στη ΔΝΤ εποχη παλι εμειναν σαστισμενοι και βουβοι.....

Γιώργος Κατσαμάκης είπε...

Σήμερα το απόγευμα ήταν πάρα πολλοί στη πορεία - γι' αυτό δεν είπαν κοβέντα τα κανάλια.

Αν και δεν "ξέρω ποια" είσαι, αυτό που λέω δεν είναι αυτό που λες ότι είπε ο Τσίπρας, αλλά αυτό που είδα. Το "μαύρους" είναι ένα από τα ονόματα που βρίσκω για να πω για τα δύο παράλληλα ποτάμια της πορείας εκείνη τη Δευτέρα. Δεν είδα μεσήλικες να σπάνε, είδα όμως τους περισσότερους γύρω μου να χειροκροτούν εκείνο το βράδυ. Αυτό μας κάνει συμμέτοχους κάπως.

Ξέρουμε όλοι όμως εδώ μέσα - με τον τρόπο μας αυτό λέμε πως σήμερα κάτι έχει θολώσει αυτή την οργή. Ίσως ο φόβος. Ίσως η πολιτική.

υγ. Μάγια, ευχαριστώ

ξέρεις, ξέρεις! είπε...

Ευτυχως ο εκεινος Δεκεμβρης δεν ειχε ηρωες. Καπως ετσι, ισως φανει πιο δυσκολο να καπηλευτει..
Συνεπεσε η αναρτηση σου με την εκπομπη του κουλογλου και την ιδια ατακα χρησιμοποιησε και ο Τσιπρας για την πορεια της Κυριακης και το θυμικο ξερεις δεν ειναι αστειο πραγμα.... Ο χαρακτηρισμος που ανεφερες δημιουργει μια εικονα,(η εικονα καθως γνωρίζεις είναι δεσποτικη, κατα τροπο καλυπτει ολα τα αλλα και μενει μονο αυτη) Η εικονα ομως ειναι αποσπασματικη. Δεν παυει να ειναι κομματι της αληθειας και μονο αυτο. Δεν ειναι ομως η αληθεια. Για το λογο αυτο εξμανει τοσο.
Το ποταμι ειναι παντα ενα, αλλα εχεις παραποταμους, μικρους, μεγαλους, που εχουν την δικη τους πορεια και διαδρομη. Φευγουν εξω μακρια απο αυτο, άλλοτε επιστρεφουν άλλοτε εκβάλουν στη θαλασσα.
Αυτα ειχα να σου πω.
Α!!και αν και το ξερεις, μην περιμενεις απο την TV να σου πει αληθειες, το ξερεις απο χρονια εχει πουληθει.

Γιώργος Κατσαμάκης είπε...

Δεν διαχωρίζω τα ποτάμια "ξέρω, ξέρω" (εντάξει "υποψιάζομαι, υποψιάζομαι..."), καθόλου. Ήταν όμως παράλληλα. Η συνάντησή τους ήταν από τη μια στην άσκηση και από την άλλη στην επιβράβευση ή την ανοχή της βίας.

Όσο για την τηλεόραση.... πρώτον την έχω μόνιμα κλειστή στο σπίτι μου... δεύτερον πρέπει νομίζω να υπενθυμίζουμε συνέχεια στον εαυτό μας και στους άλλους γιατί δεν μας ενημερώνει. Εδώ μέσα είναι μια από τις εμμονές μου!

Η ίδια (προφανως) είπε...

η βια των απο κατω προς τα πανω πρεπει απλως καποια στιγμη να απενοχοποιηθει απο ενα κομματι της συστημικης αριστερας στην Ελλαδα που παντα τα βλεπουν ολα: τσιζ κακο!!Αυτο το ξεκινησε ο Συριζα το 2008 και μετα καταπιε την γλωσσα του καθως ολο το συστημα, του την επεσε κανονικα (και αυτο προφανως ηταν κατι αναμενομενο αλλα που ο Συριζα μαλλον δεν το περιμενε)και οδηγησε στην τωρινη του κατασταση. Η βια μερικες φορες ειναι η μονη επιλογη. Εκτος βεβαια αν θεωρουμαι πως οι εξεγερσεις και οι επαναστασεις γινονται με τριανταφυλλα.......

always the same.... είπε...

Και για να μην πιστεψεις προς στιγμην πως μόνο στη λεω θα σου θυμησω την Γωγου:

Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα
και θα βγω στους δρόμους
όπως και χτες.
Και δεν θα συλλογιέμαι παρά
ένα κομμάτι από τον πατέρα
κι ένα κομμάτι από τη θάλασσα
-αυτά που μ' άφησαν-
και την πόλη. Την πόλη που τη σάπισαν.
Και τους φίλους μας που χάθηκαν.
Ένα πρωί θα ανοίξω την πόρτα
ίσα ολόισα στη φωτιά
και θα μπω όπως και χτες
φωνάζοντας "φασίστες!!"
στήνοντας οδοφράγματα και πετώντας πέτρες
μ' ένα κόκκινο λάβαρο
ψηλά να γυαλίζει στον ήλιο.
Θ' ανοίξω την πόρτα
και είναι -όχι πως φοβάμαι-
μα να, θέλω να σου πω, πως δεν πρόλαβα
και πως εσύ πρέπει να μάθεις
να μην κατεβαίνεις στο δρόμο
χωρίς όπλα όπως εγώ
- γιατί εγώ δεν πρόλαβα-
γιατί τότε θα χαθείς όπως και εγώ
"έτσι" "αόριστα"
σπασμένη σε κομματάκια
από θάλασσα, χρόνια παιδικά
και κόκκινα λάβαρα.
Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα
και θα χαθώ
με τ΄όνειρο της επανάστασης
μες την απέραντη μοναξιά
των δρόμων που θα καίγονται,
μες την απέραντη μοναξιά
των χάρτινων οδοφραγμάτων
με το χαρακτηρισμό -μην τους πιστέψεις!-
Προβοκάτορας.

Μα στο τέλος φιλε Γιωργο:

Θαρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
-μη βλέπεις εμένα- μην κλαις. Εσύ εισ' η ελπίδα.

Άκου θάρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές
με γυρμένους απέξω

Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θάμαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι -σκέψου!- θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες.

Να φυλάξεις μονάχα
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις και έννοιες σαν και αυτές
απροσάρμοστοι - καταπίεση - μοναξιά - τιμή - κέρδος - εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.

Είναι Μαρία -δε θέλω να λέω ψέματα- δύσκολοι καιροί.
Και θαρθούνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω -μην περιμένεις και από μένα πολλά-
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ' όσα διάβασα ένα κρατάω μόνο:
"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος".

Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ' όλα αυτά Μαρία.



Φιλικά πάντα